Page 73 - Apokalipsi Files
P. 73

Περιµένουµε  από  τον  άνθρωπο  που  θα  είναι  δίπλα  µας  στη  ζωή  -όπως  και  οι
          άνθρωποι  του  κόσµου,  αντίστοιχα,  από  τους  συντρόφους  που  αλλάζουν  κατά

          καιρούς- να έχουν κάποια χαρακτηριστικά που να µας ικανοποιούν, αλλά τελικά
          αυτό δεν συµβαίνει.
          Τρέφουµε προσδοκίες για µια εργασία, ευελπιστούµε να γράψουµε καλά σε κάποιο
          διαγώνισµα στο σχολείο µας, αναµένουµε ευηµερία, να είµαστε επιτυχηµένοι και
          να έχουµε κάποιες ανέσεις στη ζωή µας ή τα πράγµατα να είναι έτσι όπως τα
          θέλουµε µε τους συνεργάτες µας. Προσδοκούµε την αποδοχή και την εκτίµηση των
          άλλων.  Πιστεύουµε  ότι  πρέπει  να  αναγνωρίζουν  την  αξία  μας,  πρέπει  να  µας
          δέχονται και θέλουµε να µας επιδοκιµάζουν, να συµφωνούν µαζί µας. Πρέπει να
          ταυτιζόµαστε µαζί τους.
          Ακόµα,  αναµένουµε  λύσεις  στα  προβλήµατά  µας.  Παραδείγµατος  χάριν  σ’  ένα

          πρόβληµα υγείας ή στην εργασία µας ή όταν αντιµετωπίζουµε προβλήµατα στις
          σχέσεις µας, προσδοκούµε κάποιες λύσεις.

          Όλα  αυτά  που  προανέφερα,  ανήκουν  στις
          προσδοκίες  µας  οι  οποίες  εάν  διαψευστούν  και
          µαταιωθούν,  αφήνουν  το  πικρό  αίσθηµα  της
          απογοήτευσης για εµάς και τους γύρω µας...
          Θα  δούµε  µερικά  παραδείγµατα  ανθρώπων,  µέσα
          από  τον  Λόγο  του  Θεού,  οι  οποίοι  αρχικά
          γοητεύτηκαν και εν συνεχεία... απογοητεύτηκαν. Ας

         δούµε, καταρχάς, το παράδειγµα του Λωτ, από το βιβλίο της Γένεσης, κεφάλαιο 13
         και εδάφια 10-13: «Και αφού ο Λωτ σήκωσε τα µάτια του ψηλά, είδε ολόκληρη την
         περίχωρο του Ιορδάνη, ότι ποτιζόταν ολόκληρη, πριν ο Κύριος να καταστρέψει τα
         Σόδοµα και τα Γόµορρα, ήταν σαν παράδεισος του Κυρίου, όπως η γη της Αιγύπτου,
         µέχρι να πάει κανείς στη Σηγώρ. Και ο Λωτ διάλεξε για τον εαυτό του ολόκληρη την
         περίχωρο  του  Ιορδάνη·  και  ο  Λωτ  µετασκήνωσε  προς  τα  ανατολικά,  και

         διαχωρίστηκαν ο ένας από τον άλλον. Ο µεν Άβραµ κατοίκησε στη γη Χαναάν· ο δε
         Λωτ κατοίκησε ανάµεσα στις πόλεις της περιχώρου, και έστησε τις σκηνές του
         µέχρι  τα  Σόδοµα,  και  οι  άνθρωποι  των  Σοδόµων  ήσαν  κακοί,  και  υπερβολικά
         αµαρτωλοί µπροστά στον Κύριο.»
         Ο Λωτ ήταν ένας άνθρωπος του Θεού. Του άρεσαν τα πράγµατα του Θεού, και του
         άρεσε να είναι µαζί µε τον Αβραάµ. Γοητεύτηκε, ωστόσο, από τα Σόδοµα και τα
         Γόµορρα, γοητεύτηκε από τον πλούτο και την ευηµερία. Είδε ότι εκεί περνούσαν
         καλά, ότι είχαν τα πάντα, ότι ήταν µία εύφορη περιοχή και σκέφτηκε πως θα ήταν
         ωραίο να διάλεγε αυτή την περιοχή για τον ίδιο. Τελικά, πήγε και εγκαταστάθηκε

         εκεί.
         Έτσι, όµως, όπως γοητεύθηκε, µε τον ίδιο τρόπο απογοητεύθηκε από τα Σόδοµα και
         τα  Γόµορρα.  Στη  Β’  Πέτρου,  κεφάλαιο  2  και  εδάφια  7-9  αναφέρεται:  «…και
         ελευθέρωσε τον δίκαιο Λωτ, που καταθλιβόταν από την ακόλαστη διαγωγή των



                                                                                                  73
   68   69   70   71   72   73   74   75   76   77   78